Μετά από μισή ώρα γεμάτη ένταση και κομμένη ανάσα, ο Πέτρος, με μεγάλη προσπάθεια, σήκωσε το τελευταίο από τα μικροσκοπικά πλάσματα έξω από τον σκοτεινό λάκκο. Ξαπλωμένα στο έδαφος, τα πέντε ζώα ανοιγόκλεισαν τα μάτια τους στο αμυδρό φως, με τα μάτια τους να αντανακλούν ένα μείγμα σύγχυσης και περιέργειας. Ο αέρας ήταν γεμάτος ένταση καθώς ο Πίτερ και η Κέιτι σκέφτονταν την επόμενη κίνησή τους. Μπορούσαν να πάρουν από δύο από τα πλάσματα, αλλά έτσι έμενε ένα χωρίς κανέναν να το φροντίζει.
Ξαφνικά, τους ήρθε μια ιδέα. “Ο λύκος!” ξεφούρνισε η Κέιτι, με τη φωνή της να διακατέχεται από έκπληξη για τη σκέψη που μόλις της ήρθε στο μυαλό. “Μπορεί να μεταφέρει τον τελευταίο!” Θυμήθηκε, με τα μάτια της να ανοίγουν: “Το είδα με τα ίδια μου τα μάτια, πώς έφερε το πρώτο πλάσμα στο νοσοκομείο”.