Το βαθύ, εκρηκτικό γρύλισμα του Ρέιντζερ να διαπερνά την αυλή σαν προειδοποιητική σειρήνα. Το αίμα της Έμιλι πάγωσε. Το φλιτζάνι βγήκε από τη λαβή της καθώς έτρεξε προς την πόρτα, με την καρδιά της να χτυπάει τόσο δυνατά που με δυσκολία ανέπνεε. Όταν βγήκε έξω, η σκηνή την χτύπησε σαν γροθιά: Η Λίλι στο έδαφος, σπρωγμένη αρκετά μέτρα από το σημείο που στεκόταν.
Ο Ρέιντζερ, όχι δίπλα της, αλλά από πάνω της – όχι, από πάνω της – εγκλωβισμένος σε μια βίαιη πάλη με κάτι στο γρασίδι. Η Έμιλι δεν είδε τη θολούρα στην οποία όρμησε. Δεν είδε την απειλή που κυνηγούσε. Είδε μόνο τη Λίλι, να κλαίει και να κλονίζεται, και το ογκώδες σώμα του Ρέιντζερ να χτυπιέται λίγα μέτρα μακριά. “Θεέ μου, Ρέιντζερ!” Η φωνή της Έμιλι έσπασε από τον τρόμο και την προδοσία.