Άνδρας κληρονομεί ένα κτήμα – Αυτό που βρίσκει θαμμένο στον κήπο της πίσω αυλής τον εκπλήσσει!

“Μην κυνηγάς τη σκιά μου σε σκοτεινές γωνιές. Μην φαντάζεσαι προδοσία ή φόνο εκεί που υπήρχε μόνο πίστη και απώλεια. Θυμηθείτε με ως έναν άνθρωπο που αγάπησε, που υπηρέτησε και που κουβαλούσε τη θλίψη πολύ ήσυχα. Αυτή είναι η αλήθεια, Άντριου. Αυτό είναι το μόνο που σου ζητώ να κρατήσεις”

Το γράμμα τελείωσε εκεί. Ο Άντριου κατέβασε αργά τη σελίδα, με δάκρυα να κεντρίζουν τα μάτια του. Το σεντούκι μπροστά του δεν φαινόταν πια απειλητικό αλλά οικείο, ένα δοχείο αγάπης και πίστης, όχι ενοχής. Τα διαβατήρια ήταν αντικείμενα καθήκοντος, το ημερολόγιο αφοσίωσης, τα χρήματα μια σιωπηλή πράξη φροντίδας.