Την άφησε σε ένα βενζινάδικο για πλάκα – και μετά εξαφανίστηκε χωρίς ίχνη..

Φάνηκε το βενζινάδικο. Ήταν μια λίμνη λευκού φωτός στο σκοτάδι. Οι προβολείς του διέσχισαν το χώρο. Ήταν άδειο. Δεν υπήρχε καμία φιγούρα στις αντλίες, ούτε σκιά κάτω από την τέντα. Το στήθος του σφίχτηκε λίγο καθώς η μηχανή έτρεχε στο ρελαντί. Κόρναρε μια φορά, παράλογα, σαν να μπορούσε να εμφανιστεί.

Πάρκαρε και βγήκε έξω. Μέχρι τώρα, αισθανόταν λίγο νευρικός. Ο αέρας μύριζε βρεγμένη άσφαλτο και λάδι. “Adeline!” φώναξε. Τίποτα. Η υπάλληλος μέσα μόλις και μετά βίας σήκωσε το βλέμμα της από τον πάγκο. “Είδατε τη γυναίκα εδώ νωρίτερα;” Ρώτησε ο Ρίτσαρντ. Το αγόρι έγνεψε αργά. “Ναι. Έφυγε από εκεί. Έκλαιγε. Φαινόταν αναστατωμένη”