Ο Μάνι ξεδίπλωσε το σημείωμα με προσεκτικά χέρια. Ο γραφικός χαρακτήρας στο εσωτερικό του ήταν ανομοιόμορφος, οδοντωτός, αλλά αλάνθαστα ευανάγνωστος: “Βοήθεια! Η αδελφή μου, η Μία, και εγώ είμαστε κυνηγημένοι. Μαξ” Το απλό μήνυμα τον χτύπησε πιο δυνατά από οποιαδήποτε κατηγορία ή απειλή. Ο Μαξ δεν είχε κατονομάσει τον διώκτη του, δυστυχώς. Ωστόσο, είχε προσπαθήσει να καθοδηγήσει τους διασώστες προς την αλήθεια.
Ο Μάνι κατάπιε ενάντια σε ένα σφίξιμο στο λαιμό του. Ο Μαξ είχε αφήσει ένα ίχνος όχι για τον εαυτό του, αλλά για το κοριτσάκι που περίμενε σε ένα κρεβάτι νοσοκομείου. Κάθε σημάδι, κάθε αποτύπωμα, κάθε κομμάτι ύφασμα ήταν μια απελπισμένη προσπάθεια να τη σώσει. Ο Μάνι συνειδητοποίησε ότι ο Μαξ είχε παλέψει με κάθε ίχνος θάρρους που διέθετε.