Τα μάτια της με ακολουθούν ακόμα και όταν δεν είναι στο δωμάτιο. Ορκίστηκα να μην ξαναζήσω κάτω από τη σκιά της. Τότε έφτασε σε ένα που χρονολογείται από τη χρονιά που γεννήθηκε. Ο γραφικός χαρακτήρας ήταν ανομοιόμορφος, σαν να γράφτηκε γρήγορα, σχεδόν πανικόβλητος. Η Μίριαμ ήρθε στον κόσμο σήμερα. Η γυναίκα μου χαμογέλασε και είπε ότι έχει τα μάτια της μητέρας μου. Δεν είπα τίποτα. Το βλέπω κι εγώ.
Το ημερολόγιο γλίστρησε στην αγκαλιά της και εκείνη πίεσε τα χέρια της στο πρόσωπό της. Αυτός ήταν λοιπόν ο λόγος – ο λόγος για κάθε κομμένη λέξη, κάθε κοφτερό βλέμμα, κάθε παράλειψη. Δεν ήταν ανεπιθύμητη γι’ αυτό που ήταν, αλλά γι’ αυτό που έμοιαζε. Είχε περάσει τη ζωή της πληρώνοντας για μια ομοιότητα που δεν μπορούσε ποτέ να αλλάξει.