“Ήρθες ακριβώς στην ώρα σου. Έλα μέσα” Οι τρεις τους κάθισαν να δειπνήσουν στη ζεστή τραπεζαρία. Η Μάργκαρετ είχε φτιάξει ένα από τα αγαπημένα γεύματα του Λουκ, μια μικρή χειρονομία παρηγοριάς εν μέσω τόσων αναπάντητων ερωτημάτων.
Ο αέρας ήταν πυκνός από την προσμονή, αλλά και από μια ανομολόγητη κατανόηση – αυτό ήταν κάτι περισσότερο από ένα απλό γεύμα. Επρόκειτο για συμφιλίωση, για την εύρεση μιας σύνδεσης που είχε χαθεί για τόσο καιρό. Μετά τις πρώτες μπουκιές, η συζήτηση άρχισε να κυλάει πιο εύκολα. Ο Γιώργος ρώτησε την Έμιλι για τη ζωή της, για τον καιρό που πέρασε με τον Λουκ και για τις κοινές τους αναμνήσεις.