Καθώς η ομάδα διάσωσης απομακρύνθηκε, ο Χένρι ένιωσε μια βαθιά αίσθηση ανακούφισης. Η καταπιεστική ατμόσφαιρα του σπιτιού του κ. Κάρλτον φάνηκε να αίρεται, αφήνοντας πίσω της μια πρωτόγνωρη διαύγεια. Ο σκύλος, που δεν ήταν πια ένας σιωπηλός φρουρός, τώρα χάιδευε το πόδι του κ. Κάρλτον, προσφέροντας παρηγοριά και συντροφιά σε αυτή τη στιγμή της μετάβασης.
Τις ημέρες που ακολούθησαν, ο κ. Κάρλτον άρχισε να ανοίγεται περισσότερο. Το σπίτι, που κάποτε ήταν καλυμμένο με μια απόκοσμη σιωπή, τώρα αντηχούσε από τις ιστορίες του γέρου για τον λύκο. Μιλούσε για τις στιγμές που κουλουριάζονταν δίπλα του τις κρύες νύχτες, για τη χαρά που του έδινε παρά την απομόνωση.