Η έρευνα στο σπίτι δεν είχε προσφέρει τίποτα άλλο παρά σιωπή, και κοιτάζοντας το κλειδωμένο της τηλέφωνο ένιωθε σαν να κοιτάζει μια πόρτα για την οποία δεν είχε πια το κλειδί. Έπρεπε να μιλήσει σε κάποιον – κάποιον που την ήξερε αρκετά καλά για να τον βοηθήσει να καταλάβει. Ξεφύλλισε τις επαφές του και σταμάτησε στο όνομα της Ελίζ.
Ήταν η πιο στενή φίλη της Λάρα, το άτομο στο οποίο η Λάρα εμπιστευόταν όταν δεν ήθελε να τον επιβαρύνει. Αν κάποιος ήξερε πού μπορεί να είχε πάει -ή γιατί το είχε σκάσει- θα ήταν αυτή. Ο Έβαν πάτησε το πλήκτρο κλήσης πριν το σκεφτεί πολύ. Η Ελίζ απάντησε στο δεύτερο χτύπημα, με τη φωνή της να είναι σιγανή σαν να είχε απομακρυνθεί από κάτι.