Τότε, η Λίλα, ένα μικρότερο κορίτσι με μεγάλα μάτια, μίλησε: “Την είδα μια φορά στη μέση της νύχτας να σκύβει πάνω από τους κάδους απορριμμάτων. Μάζευε κάθε λογής πράγματα -παλιά κουρέλια, σπασμένες κούκλες, ακόμα και φαγητό- και τα πήγαινε στο υπόστεγο της. Νομίζω ότι τα χρησιμοποιεί για να φτιάχνει εκείνες τις μικρές κούκλες, αυτές που υποτίθεται ότι μοιάζουν με ανθρώπους”
Η Μάγια, ένα ήσυχο κορίτσι με σκούρες πλεξούδες, μίλησε με χαμηλή φωνή. “Μια φορά την είδα να στέκεται στη μέση της αυλής της, κρατώντας μια τεράστια μαύρη γάτα. Ήταν σαν να της μιλούσε -πραγματικά απαλά, σαν να συζητούσαν. Με κοίταξε κατάματα και, τ’ ορκίζομαι, δεν ανοιγόκλεισε τα μάτια της. Μετά με κοίταξε και έτρεξα τόσο γρήγορα στο σπίτι”