Η Τερέζα παραπατούσε στο φωτεινό σημείο, χωρίς ανάσα, με τα μάτια της ορθάνοιχτα από δυσπιστία. Τα παιδιά στέκονταν εντελώς ακίνητα, ατενίζοντας προς τα πάνω, με τα πρόσωπά τους γεμάτα θαυμασμό. Η λαμπερή σφαίρα παρέμενε ακίνητη από πάνω τους, με το απαλό βουητό της να ακούγεται μόλις και μετά βίας μέσα στη σιωπή.
Η Τερέζα άνοιξε το στόμα της για να καλέσει τα παιδιά πίσω, αλλά κανένας ήχος δεν βγήκε από τα χείλη της. Στεκόταν παγωμένη καθώς το αντικείμενο πάλλονταν μια τελευταία φορά πριν εξαφανιστεί αθόρυβα στον ουρανό. Το ξέφωτο έμεινε σε μια απόκοσμη ησυχία, που έσπασε μόνο από το απαλό θρόισμα των φύλλων.